Ενοχή

Η ενοχή είναι μια κοντινή έννοια με τη ντροπή που δημιουργείται κοινωνικά. Έχει να κάνει με την χαμηλή αυτοεκτίμηση αφού το παιδί, και αργότερα ο ενήλικας, μαθαίνει να δίνει προτεραιότητα στους άλλους. Ντρέπεται για τον εαυτό του που έχει διαφορετικές ανάγκες από αυτές που θα «έπρεπε» να έχει.

Ξεκινάει από τον φόβο που δημιουργείται ότι αν δεν κάνω αυτό που μου ζητούν, αν δεν είμαι όπως μου ζητούν, δεν θα με αγαπούν, δεν θα με εκτιμούν, δεν θα τους αρέσει αυτό που είμαι. Κάνει μεγάλη προσπάθεια για να μην ακούει και νιώθει αυτό που αισθάνεται αλλά αυτό που του ζητούν. Φτάνει δηλαδή στο σημείο να έχει προτεραιότητα τους άλλους και όχι τον εαυτό του.

Οι ενοχικοί άνθρωποι μπορούν ευκολά να ελεγχθούν, να πέσουν θύματα εκμετάλλευσης ή ακόμα και χειραγώγησης, ώστε να μην χάσουν την αγάπη και την αναγνώριση.

Η ενοχή και η ντροπή είναι ένας φαύλος κύκλος.

Στην ενοχή συμπεριλαμβάνονται πολλά συναισθήματα όπως ο θυμός για τον εαυτό αλλά και τους άλλους, η θλίψη της απώλειας χωρίς να μπορεί να οριστεί πια είναι η απώλεια, η ντροπή για θέματα εμφάνισης, όπως το βάρος και το σχήμα σώματος, η ανεργία και τα γηρατειά.

Το παιδί αλλά και ο ενήλικας αργότερα, κάτω από αυτές τις συνθήκες που αναφέραμε, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει δική του φιλοσοφία ζωής, οπότε έρχεται σε σύγκρουση με αυτά που και νοιώθει, αφού έμαθε να τα θεωρεί λάθος επειδή δεν ικανοποιεί τους γύρω του. Στην ουσία, αυτό συμβαίνει γιατί δεν μπορεί να αφομοιώσει ακριβώς αυτό που θέλουν οι άλλοι, επειδή σε πολλές περιπτώσεις είναι αντίθετα με αυτά που νιώθει. Έτσι, βρίσκεται σε σύγκρουση με τον ίδιο του τον εαυτό.

Για να βγει κάποιος από αυτό, αρχικά χρειάζεται

  • να αποφεύγει να κάνει υποθέσεις για το τι σκέφτονται οι άλλοι.
  • να μην κατακρίνει τον εαυτό του.
  • να καταλάβει ότι δεν υπάρχει τελειότητα και να σταματήσει το κυνήγι της, αφού με αυτή την τακτική στερεί τον εαυτό του τις απολαύσεις της ζωής.
  • να μαλακώσει τα κριτήρια που έχει βάλει για τον εαυτό του, για παράδειγμα να είναι τέλειος.
  • να πάρει αποστάσεις από αυτά που συμβαίνουν και να προσπαθήσει να τα κοιτάξει με βάση την δική του ανάγκη.
  • να προσπαθήσει να ξεκαθαρίσει το δικό του θέλω από των άλλων.

  • να μην προσπαθεί να ελέγξει τα πάντα.
  • να βάζει σε τάξη τις σκέψεις του γράφοντάς τις σε ένα χαρτί.
  • να μην έχει επιλεκτική μνήμη που τονίζει τις αποτυχίες και αγνοεί τα θετικά σημεία μιας προσπάθειας. Ποτέ δεν υπάρχει απόλυτη αποτυχία. Μέσα από αυτήν μπορούμε να βρούμε θετικά σημεία που θα μας δώσουν την δύναμη να πάμε παρακάτω, το κουράγιο να συνεχίσουμε και να βρούμε τις δεξιότητες μας. Οι αποτυχίες μπορούν να μας διδάξουν και να αποτελέσουν αφετηρία για νέες κινήσεις.

Posted in Uncategorized.

Η Βίκυ Καμπανάκη είναι κάτοχος πτυχίου Higher National Diploma (HND) in Counseling Psychology, έχει εκπαιδευτεί στην λογοθεραπεία, στην Συστημική συνθετική Ψυχοθεραπεία και την οικογενειακή συμβουλευτική. Απέκτησε κλινική εμπειρία δουλεύοντας σε διάφορα πλαίσια στον τομέα της συμβουλευτικής, όπως σε δημόσια σχολεία, στο Κέντρο Δημιουργικής απασχόλησης παιδιών με ειδικές ανάγκες